Η τελευταία ελπίδα.


Το βρήκα τυπωμένο σε μια κόλλα Α4 να κάνει βόλτες χέρι-χέρι. Το παράπονο ενός ηλικιωμένου από τα παιδιά του, στα οποία πάσχισε να τα δώσει όλα και τώρα που βρίσκεται στην ανάγκη, αντιμετωπίζει την αδιαφορία.

Σε μερικές αράδες, εκφράζει απλά και ποιητικά το δράμα της διπλανής πόρτας. Δεν συμφωνείτε;





Η τελευταία ελπίδα.

Ήμουνα νιός και γέρασα, με κόπους με στερήσεις,
κι απ' τα παιδιά που σπούδασα δεν έχω απαιτήσεις.

Αλλά έχω ένα παράπονο, τώρα που έχω γεράσει,
δεν έρχονται για να με δουν και με έχουμε ξεχάσει.

Μεγάλωσαν και έφυγαν και με άφησαν μόνο,
με τη γριά μητέρα τους, γι' αυτό και νοιώθω πόνο.

Ούτε ένα τηλέφωνο δεν παίρνουνε να δούνε;
Να μάθουνε τι κάνουμε; Πεθάναμε ή ζούμε;

Μόνο λεφτά αν χρειαστούν, να δώσουμε στα εγγόνια,
τότε μόνο μας εύχονται να ζούμε χίλια χρονιά.

Τους δώσαμε οικόπεδα, τους δώσαμε χωράφια,
κι αυτοί σαν άχρηστο υλικό, μας πέταξαν στα ράφια.

Ρωτάνε και καμιά φορά, πως πάει η υγειά μας
και πόσα έχουμε λεφτά στα βιβλιάρια μας.

Το σπίτι που καθόμαστε, το διεκδικούνε όλοι,
το θέλουν σαν εξοχικό, σαν θα ’ρχονται από την πόλη.

Τους λέμε να μας παίρνουνε και με τη σειρά κοντά τους,
αλλά αυτοί δεν θέλουμε, σπουδάζουν τα παιδιά τους.

Κάντε μας λένε υπομονή, σε πέντε - δέκα χρόνια,
θα σας φροντίζει ο αρχάγγελος, στους ουρανούς αιώνια.

Του Αρχάγγελου η οποία είναι η τελευταία ελπίδα.

0 σχόλια στο "Η τελευταία ελπίδα."

Δημοσίευση σχολίου

© Μαραγκάκης Μανώλης 2007-2013